Με τη μαύρη πένα του θανάτου σου γράφω,
για να σου θυμίσω,
πως όσο οι βαθιές μου ανάσες αντηχούν στη σιωπή του μοναχικού μου δωματίου,
εγώ ακόμα υπάρχω.
Σε καλώ, λοιπόν, μια τελευταία φορά να ΄ρθεις,
λίγο πριν στην ψυχρή αγκαλιά του Χάρου παραδοθώ,
για να σου τα θυμίσω όλα,
όλα όσα εσύ θα ήθελες να ξεχάσεις.
Να σου θυμίσω τους χιονόλευκούς χειμώνες που περάσαμε μαζί,
αψηφώντας το τσουχτερό κρύο με τις θερμές καρδούλες μας.
Να σου θυμίσω τα ηλιόλουστα καλοκαίρια που περάσαμε μαζί,
σφιχταγκαλιασμένοι στην παραλία, παρά τη ζέστη που ήδη υπήρχε.
Για να μη ξεχάσεις τα χαμογελαστά πρωινά με τις λουλουδάτες ευωδιές,
που μας υπόσχονταν μέρες χαρούμενες και γιορτινές.
Για να μη ξεχάσεις τις φλογισμένες μας νυχτιές,
όπου το κορμί του ενός έκαιγε, εφαπτόμενο στη σάρκα του άλλου.
Για πάντα να σου μείνουν στη μνήμη οι ώρες που χορεύαμε στη γη
και θαρρούσαμε πως μας αγκάλιαζε ο κόσμος όλος.
Ποτέ μη λησμονήσεις τις στιγμές, που νομίζαμε ότι πετούσαμε στον ουρανό
και νιώθαμε πως δε μας άγγιζε ανθρώπου μάτι.
Και μετά να φύγεις,
όλ'αυτά στη μνήμη σου να μείνουνε
και στην ψυχή σου βαθιά να χαραχτούνε.
Να με θυμάσαι, ψυχή μου!
Διότι ξέρεις, οι νεκροί πεθαίνουν πραγματικά,
όταν πεθαίνουν και στις καρδιές των ζωντανών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου