Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009

Ο μαυροντυμένος Πόλεμος

Τι όμορφα που η μέρα ξεκινάει,


καθώς ο ήλιος το φεγγάρι αποχαιρετάει!


Όλα τόσο γαλήνια και ήσυχα μοιάζουν,


σαν κεντημένα από παραμύθι φαντάζουν.


Το χωριό αρχίζει να σφύζει από ζωή


"ξυπνήστε, ξυπνήστε!" η μέρα τους καλεί.


Ο τρανός κόκορας λαλούσε δυνατά,


ενοχλώντας τα πουλάκια που τιτίβιζαν γλυκά.


Η βιτρίνα του φούρναρη γεμάτη κουλούρια και ψωμάκια,


σ' αυτή κολλούσαν τη μύτη τους, θαμπωμένα τα παιδάκια.


Με χαμόγελο τίναζαν τα σεντόνια τους οι νοικοκυρούλες,


στα μπαλκόνια, λουλούδια στόλιζαν τις γλαστρούλες.


Στις δουλειές τους πήγαιναν οι άντρες και οι λεβέντες,


οι γυναίκες και οι κοπέλες ζωηρές αντάλλασαν κουβέντες.


Και να που τώρα απ' το δρόμο περνάει μια νεαρή κοπέλα'


γλυκό χαμόγελο φορούσε και στα μαλλιά είχε κορδέλα.


Και καθώς γλυκοτραγουδούσε με μια στάμνα στα χέρια,


στην καρδιά του παραγιού του σιδερά μπήχτηκαν μαχαίρια.


Έξω από το μαγαζί καθότανε και τη γλυκοκοιτούσε,


μα εκείνη σημασία δεν του 'δινε, μόνο προχωρούσε.


Βγήκε έξω κι ο σιδεράς και μια μπούφλα του δίνει


"Ρε, κοπέλι, σύνελθε! Με τη δουλειά τι θα γίνει;"


To παλικάρι μια τελευταία ματιά της έριξε απογοητευμένος,


και μεσ' το μαγαζί μπήκε πάλι, πολύ ενοχλημένος!


Ο σιδεράς πονηρά χαμογέλασε, μα δε φάνηκε απορημένος


"Και βλάξ θα καταλάβαινε, πως τούτος είν' ερωτευμένος! "


Και να κει δίπλα στο λοφάκι, καθόταν ο βοσκός με τα ζα του,


που τους συμπεριφερότανε σα να 'τανε παιδιά του.


Και λίγο πιο κει έρεε ασημογάλαζο ένα ποταμάκι,


που έδινε στους κατοίκους του χωριού δροσούλα και νεράκι.


Αχ, τι όμορφα αυτά, που η ζωή τους είχε χαρίσει!


Έμοιαζε σα να μην υπήρχε τίποτα, που θα μπορούσε να τους τα στερήσει!




Εκτός από.....



Ξαφνικά, η στιγμή φάνηκε σε όλους σα να 'χε παγώσει

και μια πελώρια σιωπή τα στόματά τους είχε φιμώσει .

Ο Μέγας Ουρανός που όλα τα βλεπε και ήξερε τι θα επακολουθούσε,

τα μαύρα του εφόρεσε, γνωρίζοντας πως θα πενθούσε.

Βήματα βαριά ακούστηκαν και όπλα και κλαγγές,

το χώμα από κάτω τους έτριζε από τις αντρικές φωνές.


Ο μαυροντυμένος ήρθε, που από την κακία και τον εγωισμό των ανθρώπων τρέφεται και σ' αντάλλαγμα καταστροφές και πόνο τους φέρνει..


Και τότε...



Φωνές!

Κραυγές!

Που σβήνουν

το χθες!

Τρέχουν όλοι από δω κι από κει τη ζωή τους να γλιτώσουν!


Αίμα!

Ψέμα!

Του Χάρου

το βλέμμα!

Το μίσος και τα σπαθιά του εχθρού να μην τους λαβώσουν!



Ω, μα Θεέ, δε μπορεί!

Είχαν εχθρούς χωρίς να το ξέρουν!

Είτε γενναίοι, είτε δειλοί!

Ω, πόσο θα υποφέρουν!



Άντρες, άοπλοι κι αβοήθητοι, που τόσο άνανδρα γυρεύουν να σας νικήσουν!

Γυναίκες, όμορφες κι εύθραυστες, είναι σίγουρο, θα σας διεκδικήσουν!

Παιδάκια, μικρά κι αθώα, που τόσο άγρια θα σας πάρουν απ' της ειρήνης τα μάτια!

Νέοι, ερωτευμένοι κι αυθόρμητοι, οι καρδιές σας γρήγορα θα γίνουν κομμάτια!



Και ξανά!

Φωτιά!

Μισητή

ματιά!

Σκοτώνονται, πληγώνονται, αιχμαλωτίζονται απελπισμένοι!


Πόνος!

Τρόμος!

Της ανθρωπιάς

δολοφόνος!

Η ευτυχία και σε μια στιγμή μπορεί να χαθεί, ω, καημένοι!



Μα να! Μια κοπελίτσα ουρλιάζει, καθώς ο εχθρός κοντά του την τραβάει.

Αφρισμένα φιλιά τις δίνει, χωρίς να καταλαβαίνει πόσο την πονάει!

Μα ξάφνου πέφτει κάτω λιπόθυμος, όταν μια πέτρα τον πετυχαίνει.

Την πέταξε ο παραγιός και την κοπέλα τώρα από το χέρι παίρνει.


Μια ματιά αντάλλαξαν απελπισμένη

και για μια στιγμή θέλησαν να χουν τον κόσμο δικό τους!

Κι έτσι έτρεξαν μακριά ενωμένοι,

μια ειρηνική και ήσυχη γωνίτσα να βρούνε τα δυό τους..


..................................





Μετά από κείνη τη μέρα, ο τόπος αυτός ερήμωσε εντελώς

και κανένας δεν ήθελε να τον πλησιάσει οικιοθελώς!

Μα, τι είχε μείνει εκεί, κάποιος να αναζητήσει;

Ερημιά, καπνό ή δυστυχία; Η ευτυχία είχε σβήσει.


Μα η ζωή δεν είχε ακόμα τελειώσει, όχι για κάποιους ανθρώπους

κι όσο υπήρχε ζωή, η ευτυχία μπορεί να 'ρχότανε με χίλιους δυο τρόπους!

Ω, άνθρωποι όσες καταστροφές κι αν έρθουνε, κακουχίες και δεινά,
όλ' αυτά τα προσπερνάει ό,τι έχει ζωή κι ό,τι αγαπάει αληθινά..




Αυτή την προσπάθεια που έκανα, την αφιερώνω στους κατοίκους της Ν. Οσετίας, που μετά από τους βομβαρδισμούς και τις καταστροφές που υπέστησαν, προσπαθούν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και στους αδικοχαμένους αμάχους, που τίποτα δεν μπορεί να τους ξαναφέρει πίσω στη ζωή. Καθώς δε μπορώ να κάνω κάτι ουσιαστικό για να τους βοηθήσω, τους εύχομαι καλή δύναμη και καλό κουράγιο στην προσπάθειά να σταθούν στα πόδια τους. Επίσης, δεν μπορώ να παραλείψω να ευχηθώ και στους αγαπητούς ηγέτες των χωρών, που είτε έμμεσα ,είτε άμεσα έπαιξαν ρόλο σε αυτό τον πόλεμο. Τους εύχομαι λοιπόν καλά μυαλά και λίγη ανθρωπιά για να μην σκέφτονται μόνο τα συμφέροντα των χωρών τους, αλλά να λαμβάνουνε υπ' όψιν τους και τις ζωές των αθώων ανθρώπων.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου